Μετά το λάθος μου γονατιστός
ήρθα Χριστέ
μου ο ταπεινός
συγνώμη απ’
τη καρδιά μου να ζητήσω
κι Εσύ πριν
τ’ ακούσεις
μου είπες:
<<Σε συγχωρώ>>!
* * *
Χαρά που γέμισε η καρδιά μου
στη τρυφερή
Σου τη ματιά,
σαν έσκυψα
στην αγκαλιά Σου
κι άκουσα
τους χτύπους της καρδιάς.
* * *
Χτυπούσε τόσο γλυκά και τρυφερά
και κάθε
φορά μου έλεγε πως μ΄ αγαπά
κι εγώ,
ξετρελαμένος από χαρά,
έσκυψα και
την εφίλησα γλυκά.
* * *
Εκείνη χτύπησε ακόμα πιο γοργά,
για να μου
πει ακόμα πιο τρυφερά
πόσο γεμίζει
από ανέκφραστη χαρά
όποτε σκύβω
και τη φιλώ γλυκά.
* * *
Στο στήθος Σου, Ιησού μου, το πατρικό
άφησε το
κεφάλι μου να γείρει
κι εκεί σαν
το μικρό παιδί να κοιμηθώ
στη
ξενοιασιά του αφέντη μου καραβοκύρη.
* * *
Σου το έχω δώσει το πλοίο της ψυχής μου
κράτα το
τιμόνι, μόνο Εσύ.
Η ταραγμένη
θάλασσα πια δεν με φοβίζει
μ’ όλες τις θλίψεις
και τα βάσανα αυτής της γης.
* * *
Είσαι Συ, γιατί να φοβηθώ;
Σ’ έχω φίλο
και σύντροφό μου θεϊκό,
Στο δρόμο
της ζωής μου σ’ έχω στο πλευρό.
Γιατί λοιπόν
να φοβηθώ;